ΣΚΥΒΑΛΑ

ΣΚΥΒΑΛΑ

ΣΚΥΒΑΛΑ

ΕΡΠΕΝΜΠΕΚ ΤΖΕΝΝΥ

Το 1879 η γέφυρα στον ποταμό Ταίυ στη Σκοτία η μεγαλύτερη σιδηροδρομική γέφυρα στον κόσμο την εποχή εκείνη καταρρέει και παρασύρει στον ποταμό το επιβατικό τραίνο που τη διέσχιζε. Ο Τέοντορ Φοντάνε (1819-1898) γράφει σ' έναν στίχο του στο ποίημα «Η γέφυρα στον Ταίυ»: «Σκύβαλα, σκύβαλα / Είν' ό,τι φτιάχνει τ' ανθρώπινο το χέρι!». Η Τζέννυ Έρπενμπεκ δανείζεται αυτούς τους στίχους και γράφει το διήγημα «Σκύβαλα», το οποίο χαρίζει και τον τίτλο σε αυτή τη συλλογή των δέκα διηγημάτων, για να μιλήσει για την απώλεια, τη φθορά, την παρακμή... Χωρίς ίχνος μελοδραματισμού αλλά και χωρίς διάθεση εξωραϊσμού η συγγραφέας ανατέμνει την μοναχική πορεία του ανθρώπου, που την καθορίζει όμως ό,τι κάθε φορά τον περιβάλλει. Είτε πρόκειται για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα είτε πρόκειται για μια οικογενειακή υπόθεση, για μια απιστία, για μια μετοικεσία, οι ιστορίες της στη συλλογή αυτή καταφέρνουν να αφηγηθούν με ακρίβεια, συναισθηματισμό και λιτότητα την ανθρώπινη εξορία μέσα σ' αυτό που ονομάζουμε «εαυτό». Οι τοίχοι, τα έπιπλα, τα σώματα, τα συναισθήματα, οι σχέσεις αποσυντίθενται θαρρείς για να μπορέσουν να αποκτήσουν υπόσταση στη μνήμη μας. Με «επιστημονική» σχεδόν συνέπεια η Τζέννυ Έρπενμπεκ καταφέρνει να αποτυπώσει αυτή τη φυσική διαδρομή του ψυχισμού μας.

Η συλλογή διηγημάτων Σκύβαλα εκδόθηκε για πρώτη φορά το 2001 στο Βερολίνο. Στα δέκα διηγήματα της συλλογής συμπεριλαμβάνεται και η «Σιβηρία», που την ίδια χρονιά απέσπασε το Βραβείο Κριτικής Επιτροπής του διαγωνισμού «Ίνγκεμποργκ Μπάχμανν» στο Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας. Με την έκδοση της συλλογής Σκύβαλα η 34χρονη τότε πεζογράφος, θεατρική συγγραφέας και σκηνοθέτις Τζέννυ Έρπενμπεκ δικαίωσε τον θόρυβο που είχε προκαλέσει δύο χρόνια πριν με το ντεμπούτο της, την Ιστορία του γερασμένου παιδιού, ενώ χαρακτηρίστηκε «βασίλισσα των διηγημάτων», «εξαιρετικό φαινόμενο» και συγγραφέας που διαθέτει «ακτινογραφική ματιά».

12,00 €

Αγορά

  • Mετάφραση: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΥΠΡΙΩΤΗΣ
  • Σελίδες: 128
  • Σχήμα: 20.5x12
  • ISBN: 960-518-232-7

B. Scherer, Tages-Anzeiger
13/3/2006

«Εξαιρετικές ιστορίες μίας εκπληκτικής συγγραφέως: η Τζέννυ Έρπενμπεκ πείθει με το δεύτερο βιβλίο της».

 

P. Reinacher, Frankfurter Allgemeine Zeitung
13/3/2006

«Ματιά σε ψυχικές αβύσσους: η Τζέννυ Έρπενμπεκ είναι μία ψυχρή αναλύτρια των ανθρωπίνων σχέσεων».

 

I. Panic, Hamburger Morgenpost
13/3/2006

«Καλοσμιλεμένη, καλοακονισμένη, αψεγάδιαστη πεζογραφία που επικεντρώνεται σ αυτό που πρέπει να ειπωθεί. Στο τέλος σε πετυχαίνει στο δόξα πατρί».

 

εφ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ του ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
7/5/2006

Πεζογράφος, θεατρική συγγραφέας και σκηνοθέτρια, η Τζένι Ερπενμπεκ έχει κατακτήσει τη γερμανόφωνη κριτική τόσο με τη θεματογραφική της πρωτοτυπία όσο και με τον τρόπο της γραφής της. Το κυριότερο χαρακτηριστικό, αλλά κι η μεγαλύτερη αρετή του βιβλίου της, είναι, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, το ύφος και η ορμή της γλώσσας του.

 

εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ
11/8/2006

Σπαρασσόμενο Εγώ

Μια εκφραστική καταγραφή των αντιφάσεων της σύγχρονης Γερμανίας

«Σκύβαλα, σκύβαλα / Είν' ό, τι φτιάχνει τ' ανθρώπινο χέρι!»: πρόκειται για έναν στίχο του Τέοντορ Φοντάνε (1819-1898), που υπαινίσσεται τη χρόνια αβελτηρία, την εγγενή ανικανότητά μας να συναγωνιστούμε ή να υπερβούμε την όχι θεία, πάντως δαιμόνια, κατά τον Αριστοτέλη, φύση. Τον βρίσκουμε στο ποίημα «Η γέφυρα στον Τέι», που έγραψε για την κατάρρευση της μεγαλύτερης σιδηροδρομικής γέφυρας της εποχής του, που παρέσυρε στον όλεθρο το επιβατικό τρένο που τη διέσχιζε. Συνέβη το 1879, στη Σκοτία, και επανήλθε στη λογοτεχνική επικαιρότητα εκατόν είκοσι χρόνια μετά, μέσα από ορισμένες σελίδες της πρόσφατης συλλογής διηγημάτων της Τζένι Ερπενμπεκ.

Αρκετά γνωστή στο ελληνικό κοινό από το προηγούμενο μυθιστόρημά της, την αναστοχαστική, πολυφωνική Ιστορία του γερασμένου παιδιού, που κυκλοφορεί επίσης από την «Ινδικτο», γυρισμένη επιτυχώς στη γλώσσα μας από τον ίδιο μεταφραστή και ενδελεχώς διερμηνευμένη, μεταξύ άλλων, από τη «Βιβλιοθήκη», η Ανατολικογερμανίδα συγγραφέας, γεννημένη το 1967, χαρακτηρίστηκε αμέσως από την κριτική στην πατρίδα της εμπνευσμένη, οξυδερκής και πρωτογενής. Οι αποτιμήσεις ήταν στο σύνολό τους ακριβοδίκαιες. Η πρωτόβγαλτη στο χώρο της δημιουργικής γραφής Ερπενμπεκ έπεισε τόσο με την πληρότητα των υφολογικών της δομών και την ανατρεπτική καταγραφή των παθών, όσο και με την αυτοελεγχόμενη ποιότητα των εκφραστικών της μέσων. Τα δύο μπλοκ πολιτισμού, το ανατολικογερμανικό και το δυτικογερμανικό, όπως πρόλαβε να τα ζήσει η ίδια στην καθημερινή πράξη, στοίχειωσαν κατ' ανάγκη τις αφηγήσεις της.

Σε συνδυασμό με την επίδειξη μιας καλά αφομοιωμένης τεχνικής του «γυμνού», αλλά και του υπαινικτικού λόγου, που δεν θέλει να αποκρύψει τόσο τις απώτερες ρομαντικές του ρίζες όσο και τις νεωτερικές προαιρέσεις του, τα Σκύβαλα εμπεδώνουν τώρα με τον καλύτερο τρόπο τα μαθήματα-διδάγματα γραφής, που έχει βιώσει η δημιουργός τους στο διάστημα που μεσολάβησε από την πρώτη εκείνη πρωτόλεια, εντυπωσιακή όμως λογοτεχνική της εμφάνιση, έως σήμερα. Τα δέκα διηγήματα του τόμου, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η «Σιβηρία», η οποία απέσπασε το «Βραβείο Κριτικής Επιτροπής» του διαγωνισμού «Ινγκεμποργκ Μπάχμαν» στο Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας, συναιρούν κατά τρόπο άρτιο τα πρώτιστα θεματολογικά ενδιαφέροντά της. Το ευρύτατα γνωστό γερμανικό μεταπολεμικό άγος, η χωροταξία ειδικότερα των ενοχών, των τύψεων και των παρεπόμενων εμβληματικών συμπλεγμάτων των απογόνων του Χίτλερ και του Ούλμπριχτ, οι χρόνιες εμμονές των Γερμανών να αριστεύσουν εδώ και τώρα, μέσα από μια μάλλον λουθηρανής υφής αμέριστη και υποδειγματική αφοσίωση στο Υψηλό καθήκον, αλλά και η δικαιολογημένη, ως εκ των πραγμάτων, έπαρση όσων από τις στάχτες της χώρας τους οικοδόμησαν το νέο γερμανικό θαύμα τίθενται υπό διαπραγμάτευση σε ίση βάση, με ιδιάζουσα διηγητική περίσκεψη, πρόνοια και τάξη. Ο,τι φαίνεται ευκαιριακό ή ανεπιτήδευτο, συμπτωματικό ή αυθόρμητο, σκληρό λεκτικά ή κραυγαλέο είναι καθαρό προϊόν εξαντλητικών προσθαφαιρέσεων και επιμελών συναναστροφών με τα άξια πρότυπα του λογοτεχνικού παρελθόντος. Και εδώ ακριβώς έγκειται η ομολογούμενη επιτυχία τής διηγηματογράφου: η διαχείριση του πολύπλευρου υλικού προάγεται κατά τέτοιον τρόπο ώστε να εξασφαλίζει τις εσωτερικές εννοιολογικές ισορροπίες και να εξυπηρετεί ταυτόχρονα στο ακέραιο τις εξωτερικές ανάγκες.

Η γιαγιά, που μεταμορφώνεται προοδευτικά σε ζώο στην ακροτελεύτια «Φωτιά ή φεύγα», ανακαλεί ευσχήμως τον Κάφκα, οι διάσπαρτοι μονόλογοι των πνευματικά «καθυστερημένων» συνδιαλέγονται ασφαλώς με τα αντίστοιχα ανθρωπάρια του Φόκνερ, οι περιθωριακοί χαρακτήρες στο σύνολό τους είναι συγγενείς εξ αγχιστείας με τους λούμπεν του μάστορα Αλφρεντ Ντέμπλιν και ο ακραίος σαδομαζοχισμός τού εισαγωγικού κομματιού «Στο μισοσκόταδο του κρανίου μου» ανάγεται ευθέως στις σωματικές τελετές-θυσίες του αμετανόητου Μαρκήσιου ντε Σαντ. Επίσης, η εξαντλητική ενδοσκόπηση στο τέταρτο διήγημα θυμίζει ελαφρά τα επιτεύγματα των προωθημένων συλλήψεων του Χάινριχ Μπελ, η αναπόφευκτη κάποια στιγμή διάλυση της οικογένειας, παρά τις συνεχείς φιλότιμες προσπάθειες των μελών της να την υπερασπιστούν, ανάγεται ευθέως στο εμφανές αίτιο των αποστροφών του Τόμας Μαν, όπως τουλάχιστον κατατίθενται στο opus magnus του, «Ο Ιωσήφ και οι αδελφοί αυτού» ( βλ. τη θαυμάσια μεταφορά του στη γλώσσα μας στις εκδόσεις Gutenberg), ενώ οι προβολές των κρίσιμων λεπτομερειών σε ευδιάκριτους πόλους της κειμενικής ανέλιξης μας υπενθυμίζουν αβίαστα τις ανάλογες δοκιμές του ευρηματικού, πρωτεϊκού Πέτερ Χάντκε.

Το οπλοστάσιο αυτό, το οποίο στα χέρια κάποιας άλλης συγγραφέα θα μπορούσε να ανατιναχτεί μαζί με τα ανεπιτυχή γραπτά της, στην προκειμένη περίπτωση απετέλεσε ικανή και αναγκαία συνθήκη διακειμενικών και υπερκειμενικών δεικτών. Αν μάλιστα αληθεύει ο καταστατικός ισχυρισμός τού διάσημου για ετερόκλιτους λόγους συμπατριώτη της, του φιλόσοφου Μάρτιν Χάιντεγκερ, ότι δηλαδή ποτέ καμιά εποχή δεν γνώριζε τόσα πολλά για τον άνθρωπο όσο η δική μας, καμιά εποχή δεν διέθετε τόση συσσωρευμένη γνώση και τόσο εύκολα μεταδόσιμη όσο η δική μας, και όμως σε καμιά εποχή ο άνθρωπος δεν αποτελούσε τόσο μεγάλο πρόβλημα για τον εαυτό του όσο στη σημερινή, τότε το μικρό σε όγκο, αλλά συναρπαστικό έργο της Τζένι Ερπενμπεκ συνιστά μια επαρκώς οργανωμένη επιτομή των κομβικών, μοιραίων και ενίοτε ειρωνικών αντιφάσεων της σύγχρονης Γερμανίας, και όχι μόνον.

30 άλλοι τίτλοι στην ίδια κατηγορία:

Πελάτες που αγόρασαν αυτή την έκδοση, αγόρασαν επίσης: