> ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ>ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

ΕΡΠΕΝΜΠΕΚ ΤΖΕΝΝΥ

«Έτσι όπως άλλοι πασχίζουνε να δραπετεύσουν από μια περίφραχτη περιοχή, από φυλακή, στρατόπεδο εργασίας, τρελοκομείο ή στρατώνα, ακριβώς αντίθετα το κορίτσι τρύπωσε σε μια τέτοια περίφραχτη περιοχή, σ’ ένα ίδρυμα για παιδιά δηλαδή, και δεν υπάρχει ούτε καν μία πιθανότητα να έρθει σε κάποιον η ιδέα να τ’ οδηγήσει και πάλι από την πύλη έξω, να το πετάξει στον κόσμο πίσω.» Η Ιστορία του γερασμένου παιδιού είναι μία συγκλονιστική νουβέλα, βαθύτατα πολιτική και συνάμα ένα σύγχρονο έργο που τάραξε τα νερά της ευρωπαϊκής λογοτεχνικής παραγωγής. Το βιβλίο έχει ήδη μεταφραστεί σε 9 γλώσσες, έχει διασκευαστεί για το θέατρο και η υποδοχή του από τους κριτικούς και το αναγνωστικό κοινό υπήρξε θερμή. Ο σκληρός, προκλητικός λόγος της Τζέννυ Έρπενμπεκ με την κατευναστική, υπόγεια ευαισθησία του την εξυψώνει σε ένα συγκλονιστικό ρέκβιεμ της παιδικής αθωότητας, τόσο σε πραγματικό όσο και σε συμβολικό επίπεδο, και ερμηνεύτηκε από πολλούς κριτικούς σαν μια αλληγορική ελεγεία για την πτώση του πάλαι ποτέ «υπαρκτού σοσιαλισμού», μια παραβολή για το κλειστό «ίδρυμα» της Ανατολικής Γερμανίας.

Διαθεσιμότητα: Εξαντλημένο


15,00 €

Αγορά
  • Mετάφραση: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΥΠΡΙΩΤΗΣ
  • Σελίδες: 152
  • Σχήμα: 20.5x12
  • ISBN: 960-518-171-1

εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ του ΤΑΣΟΥ ΓΟΥΔΕΛΗ
9/7/2004

Μειώνουμε κάπως την αξία της εάν δεχθούμε μόνον ως πολιτική παραβολή τη σπαρακτική αυτή νουβέλα της πρωην Ανατολικογερμανίδας σκηνοθέτριας της όπερας και συγγραφέα Τζένι Ερπενμπεκ (1967). Διότι το βιβλίο μπορεί να παραπέμπει ελεύθερα στο «Ταμπούρλο», ας πούμε, του Γκρας, όμως καλύτερα να το δούμε σαν μια πικρότατη ελεγεία για την παιδική ηλικία, το άχθος του σώματος και την υπαρξιακή μόνωση.

Η γλώσσα της δαιμόνιας Ερπενμπεκ σκάβει βαθιά και απρόβλεπτα. Σπάνια συναντάς σήμερα ανάλογη γραφή, κοπής αδαμάντων, σκληρής απόστασης και σωτήριας εγγύτητας μαζί. Στο βάθος περνάει η σκιά του ντοστογιεφσκικού «Ηλίθιου» και του αληθινού ομολόγου του «Γκάσπαρ Χάουζερ»: «προγλωσσικών» όντων που αποτελούν τον κρυφό καθρέφτη της έλλογης ανθρωπότητας. Λαμπρή η μετάφραση του Αλέξανδρου Κυπριώτη.

 

περ. ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ του ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ
15/7/2004

… Η Έρπενμπεκ έχει κάνει όρκο να μην ξεστομίσει καμιά κοινοτοπία, κανέναν κοινόλεκτο ψυχολογισμό· και τον κρατάει.

… Στον εύστοχο επίλογό του, ο μεταφραστής θα κάνει μια αναγωγή του κειμένου η οποία μπορεί να ξενερώνει τον αναγνώστη, αλλά δεν γίνεται να την αποφύγουμε: σχηματικά πίσω από αυτό το δράμα διανεύει η ενσωμάτωση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Νεοευρωπαίοι, αποκαλυφθείτε!

 

εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ του ΤΑΣΟΥ ΓΟΥΔΕΛΗ
30/7/2004

Ενα ρέκβιεμ της παιδικής αθωότητας (;)

…Το ερωτηματικό στον τίτλο του άρθρου δηλώνει φυσικά το αποτέλεσμα μιας αμφισημίας, μια ανακλαστική αντίδραση απέναντι σε αυτό το διφορούμενο που υπάρχει στη νουβέλα της εξαιρετικής πρώην Ανατολικογερμανίδας πεζογράφου και σκηνοθέτιδος του μουσικού θεάτρου Τζένι Ερπενμπεκ (1967), χαρακτηρίζοντας το όλο εγχείρημά της. Εννοώ το παιχνίδι που κάνει η συγγραφέας, αναγκάζοντάς μας να προσλάβουμε το κείμενό της διχασμένοι: κινούμενοι μεταξύ του κλίματος της πολιτικής αλληγορίας και αυτού της απλής δραματικής εξιστόρησης μιας ατομικής περίπτωσης.

… Η Ερπενμπεκ δεν βαφτίζει το βιβλίο της «Ιστορία...» τυχαία, δηλαδή χωρίς άρθρο. Μας μιλάει, μάλλον, για την πρόσφατη κατάσταση του σύγχρονου ανθρώπου, που προεκτείνοντας τραγικά -και όχι ιλαρά- τον μπεκετικό κλόουν, εμφανίζεται ως μια μάσκα παθητική: που απολαμβάνει -κι εδώ είναι το αξιοσημείωτο- χωρίς (και) να θρηνεί, τη βιολογική καταρράκωσή του.

Και φθάνουμε στη γραφή αυτήν καθεαυτήν τούτου τού τόσο αινιγματικού, μέσα στην αιχμηρότητά του, κειμένου, ενός μορφώματος που οι ακμές του σε εμποδίζουν να το κρατήσεις έστω κατ' ελάχιστον. Γλιστερό και ακανθώδες, καυτό σαν πάγος, λυγμικό και σκληρό, απαθές και τρυφερό, αποστασιακό και συμμετοχικό, προτείνει ένα σύνολο που δεν αφομοιώνεται, σε κρατά σφιχτά ενώ ταυτόχρονα σε απωθεί, και γι' αυτό κερδίζει το στοίχημα.

… Η ίδια η συγγραφέας λέει κάπου ότι οι χαρακτήρες που παρουσιάζει αποσιωπούν τα περισσότερα από όσα θα είχαν να πουν, και ότι οι περιγραφές της περιορίζονται στους τοίχους των χώρων φιλοξενίας των προσώπων. Ναι, στην «Ιστορία...» αυτό το τελευταίο είναι εμφανές και απόλυτα λειτουργικό. Ο λόγος γλιστρά βελούδινα όσο και αμείλικτα πάνω σε επιφάνειες για να καταλήξει στον πυθμένα, σε κάτι παλλόμενα σκληρό, που σε εξουθενώνει. Το βλέμμα του αφηγητή, ακολουθώντας μια φυγόκεντρο, δείχνει να αγνοεί την ουσία, την οποία, όμως, συνέχεια υποδεικνύει. Το μειονεκτικό κορίτσι με την ηλικία όλων μας δανείζεται τη γλώσσα της απρόβλεπτα από διαφορετικές πηγές προκαλώντας ανομοιογενείς ήχους, οι οποίοι παρ' ολ' αυτά εναρμονίζονται στην κόψη.

Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η γερμανική κριτική πριν από πέντε χρόνια εντυπωσιάστηκε με τη γραφή της Ερπενμπεκ.. Επαίνους μόνον για την απόδοση του Αλέξανδρου Κυπριώτη που μετρονόμησε ευαίσθητα τη σκληρή, «πυρηνική» μουσική του βιβλίου αυτού.

 

εφ. ΤΑ ΝΕΑ της ΣΟΦΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ
4/9/2004

H γοητεία του τέρατος

… Το κείμενό της αναπαριστά με αφηγηματική δύναμη τον άγριο, νοσηρό, σκληρό, ακατάδεκτο κόσμο των ανηλίκων. Τα παιδιά δεν καμουφλάρονται ως καλοκάγαθοι άγγελοι. Δείχνουν τα νύχια τους.

H Έρπενμπεκ γράφει το ρέκβιεμ της παιδικής ηλικίας, χωρίς γλυκερές ωραιοποιήσεις.

H γλώσσα της αντηχεί αυτόν τον νευρικό και άτεγκτο παιδικό κόσμο. Με κοφτό αφηγηματικό ρυθμό, παρατακτικό λόγο και στακάτες φράσεις παραθέτει μια συνεχή ροή από περιστατικά που συνδέονται χαλαρά μεταξύ τους.

 

εφ. ΤΑ ΝΕΑ της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟΥ
24/12/2004

Mια πολιτική (ή ατομική;) αλληγορία

Δράμα από τα υλικά του ονείρου

Φόβος, τρυφερότητα, αποτροπιασμός, έλξη, απορία, αμηχανία, τρόμος. Είναι τα συναισθήματα που σε κατακλύζουν. Με μια ποιητική και συνάμα σκληρή και ασθμαίνουσα γλώσσα και με μια θαυμάσια μετάφραση που αναδεικνύει το νόημα, τον ήχο, τη μουσική, ακόμα και τη σιωπή των λέξεων, το γερασμένο παιδί αφυπνίζει τις κοιμισμένες αισθήσεις σου, τις τακτοποιημένες σε ένα ερμάρι σκέψεις σου.

Όταν το βρήκανε στεκότανε νυχτιάτικα στον δρόμο με έναν άδειο κουβά στο χέρι.

Έτσι ξεκινά η «Ιστορία του γερασμένου παιδιού» της Τζέννυς Έρπενμπεκ που θα κλειστεί σε ένα ίδρυμα με παιδιά, σε ένα άσυλο περίφραχτο και καταπιεστικό, με τον διανεμημένο ρουχισμό, όπου όλα είναι τακτοποιημένα έως θανάτου και υπακούουν σε έναν ανάλγητο νόμο. Το κορίτσι τρυπώνει σε αυτή την περίφραχτη περιοχή, που θα μπορούσε να ήταν φυλακή, στρατόπεδο εργασίας, τρελοκομείο ή στρατώνας και καταλαμβάνει την κατώτερη στην ιεραρχία θέση. Το προπηλακίζουν, το προσβάλλουν, το κακοποιούν, παράδοξα όμως δεν εξεγείρεται, δεν θλίβεται, ούτε καν λυπάται. Εκείνο που μοιάζει να θέλει το παράξενο αυτό πλάσμα είναι να μείνει ξεχασμένο. Περιφρουρημένο στο απαράλλαχτο ίδιο.

Φαίνεται να μην καταλαβαίνει. Στην πραγματικότητα γνωρίζει πολύ περισσότερα πράγματα από εμάς, ίσως και από την ίδια τη συγγραφέα. Για το κορίτσι η σήψη, ο θάνατος, η σύγχυση δεν βρίσκονται μέσα στο ίδρυμα, αλλά παραμονεύουν εκτός.

Συμπύκνωση, μεταμφίεση, μεταφορά, όλα τα υλικά του ονείρου είναι εδώ.

Δεν έχει καταγωγή. Μια ακραία οριακή κατάσταση μοιάζει να έχει κάποτε ζήσει το κορίτσι. Και αυτό το Ακραίο, και αυτό το Κάποτε, που άρρητα φωλιάζει μέσα του και ποτέ δεν αναφέρεται, είναι συνεχώς παρόν, διατρέχει το βιβλίο, συγκλονίζει τη γραφή, δυναμιτίζει τη σκληρή, αποστασιοποιημένη γλώσσα.

H ιστορία του γέρικου παιδιού θα μπορούσε να ήταν η ιστορία μιας αρχαίας καταστροφής.

Ειπώθηκε ότι πρόκειται για μια πολιτική αλληγορία, ένα βιβλίο που δηλώνει τις περιπέτειες της επανενωμένης και άλλοτε διαιρεμένης Γερμανίας. Τι σημασία έχει όμως να ερμηνεύσουμε το βιβλίο μέσα από μια τέτοια αναγωγή;

Πολιτική ή ατομική αλληγορία;

H σπαραχτική περιπέτεια μιας χώρας ή μιας ατομικής ύπαρξης;

Σημασία έχει να αφηγηθείς την ιστορία έτσι όπως καταφέρνει η συγγραφέας να κάνει. Τον τελικό λόγο τον έχει και πάλι η γραφή.

30 άλλοι τίτλοι στην ίδια κατηγορία: