εφ. ΤΑ ΝΕΑ της ΣΟΦΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ
31/1/2009
«Μου αρέσει όταν υπάρχουν πράγματα που δεν τα ξέρουν οι γονείς μου»
«ΓΕΙΑ ΣΑΣ, ΕΙΜΑΙ Ο ΟΛΙΒΕΡ ΤΕΪΤ, ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΠΙΘΑΝΟ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΩ ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΟΠΩΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΚΑΙ, ΛΙΓΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ, ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΟΠΩΣ ΜΑΛΑΚΑΣ». Ο ΕΙΚΟΣΙΕΞΑΧΡΟΝΟΣ ΟΥΑΛΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ JΟΕ DUΝΤΗΟRΝΕ ΓΡΑΦΕΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ. Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΦΥΛΑΚΑ ΣΤΗ ΣΙΚΑΛΗ
Ένα αγόρι σε αναβράζουσα εφηβεία. Μια αφήγηση καταιγιστικού ρυθμού και υψηλής θερμοκρασίας. Σε μια εφηβική γλώσσα που δεν καμώνεται, με έναν έφηβο ήρωα που δεν παριστάνει κάτι, απλά είναι. Ο φύλακας στη σίκαλη υπήρξε βιβλίοσταθμός. Ένας κριτικός υποστήριξε πως, χωρίς τη γλώσσα του συγκεκριμένου βιβλίου, η οποία διαμόρφωσε γενιές αναγνωστών, θα ήταν αδύνατον να φανταστούμε τον Μorrissey ή το Μyspace. Το να επιλέξει κανείς ως κεντρικό ήρωα του μυθιστορήματός του έναν έφηβο είναι συγγραφικώς ριψοκίνδυνο. Η γλώσσα, η οπτική, ακόμα και η πλοκή εύκολα διολισθαίνουν στα κλισέ που έχουμε οι ενήλικες για το θέμα. Αποτέλεσμα: το κείμενο μυρίζει ψευτιά. Δύο μυθιστορήματα των τελευταίων ετών τόλμησαν το συγκεκριμένο εγχείρημα με επιτυχία: το Μαύρος Κύκνος του Ντέιβιντ Μίτσελ και το Υποβρύχιο του Τζο Ντάνθορν. Δεν είναι τυχαίο ότι και στους δύο συγγραφείς αποδόθηκαν λογοτεχνικά εύσημα. Ο εικοσιεξάχρονος Τζο Ντάνθορν, μουσικός και ποιητής, γεννήθηκε στο Σουόνσι της Ουαλίας, εκεί όπου εκτυλίσσεται το μυθιστόρημά του. Ζει στο Λονδίνο. Το Υποβρύχιο είναι το πρώτο μυθιστόρημα που εξέδωσε (2008). Ξεκίνησε να το γράφει κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού δημιουργικής γραφής που παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο.
Ορμόνες φουλ
Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου ονομάζεται Όλιβερ Τέιτ. Κοντεύει να γίνει δεκαέξι ετών. Ορμόνες φουλ. Είναι ένας έφηβος, με την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της ηλικίας του. Μοιράζει ερωτηματολόγια στους γονείς του. Αναζητά στο Διαδίκτυο ιστοτόπους με πληροφορίες για ψυχικές νόσους και απομνημονεύει ατάκες ασθενών, τις οποίες στις συνέχεια εκτοξεύει στο οικογενειακό δείπνο. Παρακολουθεί τις κρίσεις κατάθλιψης του μπαμπά του και τις σεξουαλικές σχέσεις των γονιών του. Σ΄ αυτό τον βοηθά ο ρυθμιζόμενος διακόπτης της κρεβατοκάμαρας. Όταν τον βρίσκει ρυθμισμένο στα μισά, συμπεραίνει ότι προηγήθηκε συζυγικό σεξ.
Ο Όλιβερ έχει κολλητό του τον νταή του σχολείου, τον Τσιπς. Ο Τσιπς του μεταδίδει πληροφορίες για το σεξ και τον διδάσκει, χωρίς να το ξέρει, τρόπους επιβίωσης στον ανηλεή κόσμο των συνομήλικων συμμαθητών. Τα παιδιά της τάξης έχουν βρει το εξιλαστήριο θύμα τους. Είναι η στρουμπουλή Ζόι, ένα ευαίσθητο κορίτσι που δεν αφήνουν σε χλωρό κλαρί, ώσπου την αναγκάζουν να αλλάξει σχολείο. Στην παρέα των ξεβγαλμένων και των άτακτων ανήκει και η Τζορ ντάνα, ένα κορίτσι με έκζεμα και απύλωτη γλώσσα, που αρέσει πολύ στον Όλιβερ. Ύστερα από έναν επεισοδιακό χωρισμό, η Τζορντάνα πέφτει στην αγκαλιά του Όλιβερ. Ο ήρωας σχεδιάζει να χάσουν την παρθενιά τους μαζί, προτού αυτό γίνει νόμιμο, δηλαδή προτού περάσει ένας χρόνος. Ο Όλιβερ δεν διστάζει να κρυφακούσει τις τηλεφωνικές συνομιλίες των γονιών του.
Βάζει πολλά με τον νου του όταν εμφανίζεται ο Γκράχαμ, ένας παλιός έρωτας της μάνας του, και την προσκαλεί να συμμετάσχει μαζί του σε κύκλο διαλογισμού.
Αφού ο μπαμπάς επιδεικνύει αδιαφορία, ο Όλιβερ αποφασίζει να πάρει πάνω του την τιμή και την ευτυχία της οικογένειας. Παρακολουθεί τη μητέρα στις νέες χίπικες ενασχολήσεις της, κάνει μπάχαλο το σπίτι του Γκράχαμ και ζητά, μεθυσμένος και εκτός εαυτού, από τους γονείς του να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους.
Στο μεταξύ η σχέση του με την Τζορντάνα, μετά το πανηγυρικό αμοιβαίο ξεπαρθένεμα, παγώνει. Η μαμά του κοριτσιού πάσχει από σοβαρότατη ασθένεια και πρέπει να εγχειριστεί, όμως ο Όλιβερ αδιαφορεί. Εστιάζει το ενδιαφέρον του στη διάσωση του γάμου των γονιών του, με κάθε τρόπο.
Οι θετικές, έως διθυραμβικές, κριτικές που γράφτηκαν στον αγγλόφωνο Τύπο για το βιβλίο επιμένουν να το παραλληλίζουν με τον περίφημο Φύλακα στη σίκαλη. Ναι, το Υποβρύχιο του Ντάνθορν αποτυπώνει τη θέαση του κόσμου μέσα από την οπτική ενός εφήβου. Ο Όλιβερ παρατηρεί τα πάντα γύρω του με το ενδιαφέρον ανθρωπολόγου, που μελετά την άγνωστη φυλή των ενηλίκων. Το χιούμορ του οξειδώνει τα πάντα. Υποδόριο, σπανιότερα έκτυπο, ρέει πίσω από κάθε φράση.
Όμως η γλώσσα του κειμένου δεν είναι μονόχορδη. Αναπτύσσεται στην ανισόρροπη τραμπάλα της ιδιολέκτου των εφήβων και της λεπτουργημένης γλώσσας των εξειδικευμένων λεξικών, τα οποία μελετά μανιωδώς ο Όλιβερ. Η μετάφραση αποδίδει με γλωσσικό κέφι το εκρηκτικό μείγμα από λεξικογραφικά λήμματα, καταλόγους, παλαβούς οικογενειακούς διαλόγους και περιγραφές, στις οποίες δεν περισσεύουν λιπαρές λέξεις.
Ο Όλιβερ παλαντζάρει ανάμεσα στην άγνοια, την αθωότητα και την πρώιμη- ή ώριμη- εμπειρία.
Είναι συναισθηματικός, όχι με τον καραμελωμένο τρόπο των παντοδύναμων κλισέ, αλλά με τον επιθετικό και ατσούμπαλο τρόπο της ηλικίας του. Οι γονείς του είναι το ίδιο χαμένοι με αυτόν. Η ενηλικίωση δεν φαίνεται να έχει λύσει τις κρίσιμες απορίες ούτε διαθέτει λύσεις εξ ουρανού.
Ίσως αυτό να είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του βιβλίου- αυτό και η τραμπάλα της γλώσσας του. Το βλέμμα του Όλιβερ σκανάρει τους ενήλικους και καταλήγει πως δεν τους περισσεύει η ωριμότητα. Αν μπορούσε μάλιστα, θα τους άνοιγε το κεφάλι, να τη βάλει μέσα.